Το κοιμητήριο της Πράγας

Το κοιμητήριο της ΠράγαςΤο κοιμητήριο της Πράγας του Umberto Eco

βαθμολογία: 4 από 5 αστέρια

Ο γνωστός χειμαρρώδης Eco, σε μια καταιγιστική αφήγηση, πλέκει μια ιστορία συνωμοσίας για τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών. Όλα τα πρόσωπα είναι πραγματικά, ιστορικά, εκτός από τον πρωταγωνιστή. Και όπως σε όλα σχεδόν τα μυθιστορήματά του, τα πράγματα θα μπορούσαν να έχουν γίνει και έτσι.

Goodreads

Συνέχεια ανάγνωσης

Το εκκρεμές του Φουκώ

Το εκκρεμές του ΦουκώΤο εκκρεμές του Φουκώ του Umberto Eco

βαθμολογία: 4 από 5 αστέρια

Μια ιστορία συνωμοσίας, ένα σατανικά ευφυές σχέδιο αιώνων για την κυριαρχία του κόσμου. Ναΐτες, Ροδόσταυροι, Εβραίοι, Ναζί, Μασόνοι, κι ένα σωρό άλλοι αγωνίζονται να ανακαλύψουν ή να αποκρύψουν το μέγα μυστικό. Ο πρωταγωνιστής τελικά ανακαλύπτει ή μάλλον συνειδητοποιεί ότι ολόκληρη η ιστορία είναι ένα μπακαλόχαρτο!

Μια καταπληκτική πλοκή, όπου το φανταστικό και ο πραγματικό, το αληθοφανές και το απλοϊκό υφαίνονται με τέχνη σε ένα τεράστιο μυθιστόρημα. Και βέβαια η σημειωτική έχει τον πρώτο λόγο, όπως σε όλα σχεδόν τα έργα του Έκο.

Goodreads

Συνέχεια ανάγνωσης

Θεωρία σημειωτικής

Θεωρία σημειωτικήςΘεωρία σημειωτικής του Umberto Eco

βαθμολογία: 4 από 5 αστέρια

Πρόκειται για ένα εξαιρετικά απαιτητικό βιβλίο. Ο αναγνώστης πρέπει να είναι εξοικειωμένος με τη φιλοσοφική σκέψη και αντίληψη, καθώς και με θέματα γλωσσολογίας.

Goodreads

Συνέχεια ανάγνωσης

Επιμύθιο στο όνομα του ρόδου

Τέσσερα χρόνια μετά τη δημοσίευση του μυθιστορήματός του Το όνομα του ρόδου, ο Umberto Eco δίνει -κάποιες- εξηγήσεις για το πολυδιαβασμένο έργο του, σε ερωτήσεις των αναγνωστών του. Ένα απολαυστικό, ως συνήθως, κείμενο του διάσημου συγγραφέα.

Επιμύθιο στο όνομα του ρόδου
Umberto Eco
Μετάφραση Έφη Καλλιφατίδη
Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα 2005
Σελίδες 70

Συνέχεια ανάγνωσης

Το όνομα του ρόδου

Διάβασα Το όνομα του ρόδου πριν από είκοσι περίπου χρόνια, φοιτητής και με συνεπήρε. Είναι ένα από τα ωραιότερα βιβλία που έχω διαβάσει. Με αφορμή την επιλογή του από τις Λέσχες Ανάγνωσης του Δήμου Θερμαϊκού, το ξαναδιάβασα για να επιβεβαιώσω τον κανόνα που λέει: “αν ένα βιβλίο αξίζει να το διαβάσεις, αξίζει και να το ξαναδιαβάσεις”. Επίσης, λένε ότι κάθε φορά που διαβάζεις ένα βιβλίο, το βλέπεις με άλλο μάτι. Το βιβλίο είναι ζωντανό και αλλάζει. Προκαλεί διαφορετικές κάθε φορά αλλαγές στα κυκλώματα του εγκεφάλου σου, κι εσύ δίνεις κάθε φορά διαφορετικό νόημα στα γραφόμενα. Λες και το βιβλίο είναι ένα ρευστό κι όχι ένα σταθερό, απαράλλαχτο, στυγνό αποτύπωμα της διάνοιας του συγγραφέα, με τη βοήθεια της τεχνικής του Γουτεμβέργιου.

Δύσκολα μπορεί κάποιος να το κατηγοριοποιήσει Το όνομα του ρόδου, το οποίο πλέον είναι κλασσικό και ένα από τα σημαντικότερα βιβλία της εποχής μας. Είναι βιβλίο μυστηρίου με αστυνομική πλοκή; Είναι ένα βιβλίο φιλοσοφίας; Είναι μήπως μια αφήγηση μιας εποχής σκοτεινής, παρεξηγημένης, αλλά τόσο ζωντανής; Εγώ θα έλεγα ότι είναι ένα βιβλίο αφιερωμένο στα βιβλία. Ο Eco, βιβλιόφιλος ο ίδιος και φανατικός συλλέκτης παλιών εκδόσεων, έχει γράψει μια ωδή στα βιβλία, μια ελεγεία στη συλλογική σκέψη του ανθρώπου και την αποτύπωσή της στο χαρτί (στην περγαμηνή, στην εποχή του μυθιστορήματος), με έναν τρόπο που συμβάλει στη συλλογική μνήμη της ανθρωπότητας.

Το καλό ενός βιβλίου είναι να διαβάζεται. Ένα βιβλίο είναι φτιαγμένο από σημεία που μιλούν για άλλα σημεία, τα οποία με τη σειρά τους μιλούν για τα πράγματα. Δίχως το μάτι που το διαβάζει, το βιβλίο περιέχει σημεία που δεν παράγουν ιδέες, κι είναι επομένως βουβό.

Η πυρκαγιά στο Οικοδόμημα και η καταστροφή “της μεγαλύτερης βιβλιοθήκης στη Χριστιανοσύνη” φέρνει δάκρυα στον αναγνώστη, ενώ ο τρόπος με τον οποίο γίνονται οι δολοφονίες είναι εξοργιστικά πρωτότυπος. Η προσπάθεια διαλεύκανσης των δολοφονιών είναι ένα σκληρό παιχνίδι λογικής, που μπλέκει την αλήθεια με την αληθοφάνεια σε έναν αγώνα δρόμου.

Ολόκληρο το βιβλίο βρίθει σημείων, αλληγοριών, εξοντωτικών καταλόγων, υπέροχων περιγραφών και πλήθους πληροφοριών για τη ζωή στις αρχές του 14ου αιώνα στη Βόρεια Ιταλία. Ο πλούτος αυτός χαρακτηρίζει όλα τα βιβλία του Eco και βέβαια δείχνει τη βαθιά γνώση του σε θέματα φιλοσοφίας (είναι καθηγητής σημειωτικής).

Ο τίτλος του βιβλίου είναι ένα μυστήριο που κρατάει ακόμα. Ο ίδιος ο Eco μιλάει για έναν «τελείως ουδέτερο τίτλο που δεν έχει σχέση με το περιεχόμενο του έργου», γιατί «το ρόδο είναι ένα σύμβολο τόσο πλούσιο σε νοήματα, που είναι ζήτημα εάν έχει μείνει κάποιο νόημα που να μην του έχει αποδοθεί». Αντίθετα, εγώ πιστεύω πως ο τίτλος έχει άμεση σχέση με το κορίτσι που αγάπησε ο Άντσο.

Δεν ήξερα, και δεν έμαθα ποτέ, το όνομα του μοναδικού επίγειου έρωτα της ζωής μου.

Το όνομα του ρόδου
Umberto Eco
[Τίτλος πρωτοτύπου: Umberto Eco, Il nome della rosa, 1980]
Μετάφραση Έφη Καλλιφατίδη
Εκδόσεις Γνώση 1985
Δέκατη όγδοη έκδοση 1991
Σελίδες 666

Συνέχεια ανάγνωσης

Τι πιστεύει αυτός που δεν πιστεύει;

Μια ενδιαφέρουσα σειρά βιβλίων ξεκίνησε με την εφημερίδα Ημερησία, κείμενα μεγάλων σύγχρονων στοχαστών. Το πρώτο τεύχος Τι πιστεύει αυτός που δεν πιστεύει είναι ένα σύνολο επιστολών που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Liberal. Οι επιστολές αυτές ήταν ουσιαστικά διαξιφισμοί ενός κοσμικού (Umberto Eco) και ενός καρδιναλίου (Carlo Maria Martini), σε θέματα κυρίως ηθικής. Ο Eco, όπως πάντα απολαυστικός, θέτει τις βάσεις της συζήτησης και ο καρδινάλιος αντικρούει με σαθρά -κατά την ταπεινή και αφιλοσόφητη γνώμη μου- επιχειρήματα. Στη «συζήτηση» μπαίνουν και άλλοι και το θέμα παίρνει «φωτιά».

Ενδιαφέρουσα απόπειρα του Liberal, ωστόσο νομίζω ότι ο λόγος των «ομιλητών» είναι αρκετά βαρύς για τον μέσο αναγνώστη.

Τι πιστεύει αυτός που δεν πιστεύει;
Umberto Eco – Carlo Maria Martini
Ημερησία 2010

Συνέχεια ανάγνωσης

Αναμνήσεις επί χάρτου

Το «Αναμνήσεις επί χάρτου – Κείμενα για τη βιβλιοφιλία» είναι μια συλλογή από κείμενα που έχουν δημοσιευτεί σε εφημερίδες, και ομιλίες που έχει δώσει ο Umberto Eco. Μέσα από αυτό το βιβλίο παρουσιάζεται αφ’ ενός το βιβλίο ως μια κατάκτηση της ανθρώπινης διάνοιας σε μια προσπάθεια διάσωσης (και ανάπτυξης) της συλλογικής μνήμης, αφ’ ετέρου η λατρεία κάποιων ανθρώπων για τα βιβλία, η οποία έχει τόσες εκφάνσεις, από την απλή συλλεκτική μανία, ως τον αυτοσκοπό.

Ο Eco έχει καταπιαστεί με τη μνήμη και στο βιβλίο του «Η μυστηριώδης φλόγα της βασίλισσας Λοάνα». Φαίνεται πως είναι ένα θέμα που τον απασχολεί αρκετά, αφού ουσιαστικά είμαστε οι αναμνήσεις μας. Επίσης, στις «Αναμνήσεις επί χάρτου» μπορεί ο αναγνώστης να βρει αρκετά σημεία κοινά με άλλα βιβλία του («Το όνομα του ρόδου», «Μπαουντολίνο», κ.ά.). Αυτά τα κομμάτια μοιάζουν με προσχέδια των τελικών μυθιστορημάτων.

Μέσα στη «συλλογική μνήμη του ανθρώπινου γένους» μπορεί κανείς να βρει πολλές «αναμνήσεις». Να μερικές από αυτές που ανακάλυψε ο συγγραφέας:

Πριν από δέκα περίπου χρόνια, μού έτυχε να γράψω μία κριτική, σαν να επρόκειτο για κάποιο ανέκδοτο κείμενο του Rabelais, τον κατάλογο Cabinet de Curiosites II του παρισινού βιβλιοπωλείου Intersigne και ξεφυλλίζοντας τον κατάλογο εκείνων των 535 τίτλων, βρήκα εξαιρετικές ιατρικές δημοσιεύσεις της θετικιστικής εποχής – όπως αναλύσεις του Rousseau για την τρέλα, ένα ο Μωάμεθ ως Παράφρων του 1842, πειράματα μεταμόσχευσης όρχεων μαϊμούς στον άνθρωπο· προθέσεις όρχεων από ασήμι, τα έργα του περίφημου Tissot για τον αυνανισμό (ως αιτία τύφλωσης, κώφωσης, οξείας παράνοιας και ούτω καθ’ εξής), ένα τομίδιο όπου η σύφιλη καταγγελλόταν ως επικίνδυνη ασθένεια και πιθανή αιτία φυματίωσης, και ένα άλλο έργο του 1901 για τη νεκροφαγία.

Ωστόσο, περιορίζομαι σε τίτλους λιγότερο επιστημονικούς. Θα ήθελα να έχω κάποιον Andrieu για την οδοντογλυφίδα και τα μειονεκτήματά της, του 1869. Με τραβάει ο Ecochoard για τις ποικίλες τεχνικές ανασκολοπισμού, ή ο Foumel για τη λειτουργία των ραβδισμών (1858), όπου παρατίθεται μία λίστα συγγραφέων ή διάσημων καλλιτεχνών που ξυλοκοπήθηκαν, από τον Μπουαγιό ως τον Βολταίρο και τον Μότσαρτ. Κάποιος Μπεριγιόν (ο οποίος ορίζεται ως πρότυπο ανθρώπου της επιστήμης που τυφλώθηκε από τον εθνικισμό) μες στην καρδιά του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου (1915) γράφει ένα La Polychesie de la Race Allemande, όπου αποδεικνύει ότι ο μέσος Γερμανός παράγει περισσότερα περιττώματα από τον μέσο Γάλλο, και με πιο δυσάρεστη οσμή.

Εκδόσεις: Ελληνικά Γράμματα

Συνέχεια ανάγνωσης

Με το βήμα του κάβουρα

Το βιβλίο «Με το βήμα του κάβουρα» είναι μια συλλογή από δοκίμια και άρθρα του Umberto Eco που έχουν δημοσιευτεί από το 2000 σε περιοδικά και εφημερίδες. Η θεματολογία του Eco είναι τεράστια και περιλαμβάνει πολιτική (Μπους, Μπερλουσκόνι, Μπιν Λάντεν), επιστήμη (τεχνολογία, ιατρική, γενετική), τέχνη (Χάρυ Πότερ), μέχρι φιλοσοφία, θρησκεία και μεταφυσική. Ο κοινός παρονομαστής του έργου είναι τα ΜΜΕ και ο λαϊκισμός που ασκούν (ένα φαινόμενο που, υπό τις συνθήκες που γράφει ο συγγραφέας ανθεί στην Ιταλία, αλλά θα μπορούσε ο καθένας να βρει κοινά στοιχεία και στην Ελλάδα).

Η αναλυτική και διεισδυτική ματιά του Eco φέρνει τον αναγνώστη πρόσωπο με πρόσωπο με τα σύγχρονα προβλήματα, τις τάσεις και τις εξελίξεις. Πάντα μοντέρνος, αντικειμενικός και ορθολογιστής βάζει τα πράγματα στη θέση τους, αποστασιοποιείται όσο χρειάζεται για να προσδιορίσει το πρόβλημα και με καυστικότητα σχολιάζει, προτείνει και συμμετέχει στη λύση του.

Ο Eco είναι ο πραγματικά συμμετοχικός διανοούμενος. Αυτός που πλησιάζει τον κοινό άνθρωπο, αναγνωρίζει τα προβλήματά του, τον πιάνει από το χέρι και τον τραβάει προς το φως. Είναι ο φιλόσοφος που δουλεύει για τον άνθρωπο και όχι για κάποιες ιδέες. Πόσο μάς λείπουν τέτοιοι άνθρωποι στην Ελλάδα! Έχουμε πήξει στους ψευτοδιανοούμενους και τους «μπλαζέ» διανοούμενους, που περιμένουν να τους φτάσεις εσύ, ενώ αυτοί κάθονται ψηλά στο θρόνο τους και περιμένουν.

Το τελευταίο κείμενο του βιβλίου αναφέρεται στην προετοιμασία για το στερνό ταξίδι και ένα χιουμοριστικό χωρίο θα μπορούσε κάλλιστα να έχει τίτλο «Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης»:

Πρόσφατα ένας σκεπτόμενος μαθητής (κάποιος Κρίτων) με ρώτησε: «Δάσκαλε, πώς μπορεί κανείς να προσεγγίσει καλά τον θάνατο;» Απάντησα ότι ο μόνος τρόπος για να προετοιμαστείς για τον θάνατο είναι να πειστείς ότι όλοι οι άλλοι είναι μαλάκες.

Μπροστά στην κατάπληξη του Κρίτωνα, ξεκαθάρισα τα λόγια μου. «Βλέπεις,» του είπα «πώς είναι δυνατόν να προσεγγίσεις τον θάνατο, ακόμα κι αν είσαι πιστός, αν νομίζεις ότι ενώ εσύ πεθαίνεις, ποθητοί νέοι και των δύο φύλων χορεύουν στις ντισκοτέκ ξεφαντώνοντας πέρα από κάθε όριο, φωτισμένοι επιστήμονες παραβιάζουν τα τελευταία μυστήρια του κόσμου, αδιάφθοροι πολιτικοί πλάθουν μία καλύτερη κοινωνία, εφημερίδες και τηλεοράσεις μεταδίδουν μόνο τις σημαντικές ειδήσεις, υπεύθυνοι επιχειρηματίες φροντίζουν ώστε τα προϊόντα τους να μην υποβαθμίζουν το περιβάλλον και καταπιάνονται με την ανάπλαση μιας φύσης φτιαγμένης με ρυάκια από πόσιμο νερό, δασωμένες πλαγιές, γαλήνιους και καθάριους ουρανούς, προστατευμένους από σωτήριο όζον, απαλά σύννεφα που σταλάζουν πάλι γλυκύτατες βροχοσταλιές; Η σκέψη ότι εσύ φεύγεις, ενώ συμβαίνουν όλ΄ αυτά τα θαυμαστά πράγματα, είναι ανυπόφορη.

Αλλά προσπάθησε απλώς να σκεφτείς ότι, τη στιγμή που συνειδητοποιείς ότι εγκαταλείπεις αυτήν την κοιλάδα, έχεις την απαρέγκλιτη βεβαιότητα ότι ο κόσμος (έξι δισεκατομμύρια ανθρώπινα όντα) είναι γεμάτος μαλάκες, ότι αυτοί που χορεύουν στην ντισκοτέκ είναι μαλάκες, ότι οι επιστήμονες που πιστεύουν ότι έλυσαν τα μυστήρια του κόσμου είναι μαλάκες, ότι οι πολιτικοί που προτείνουν την πανάκεια για όλα μας τα δεινά είναι μαλάκες, ότι εκείνοι που γεμίζουν σελίδες επί σελίδων με ανούσια περιθωριακά κουτσομπολιά είναι μαλάκες, ότι εκείνοι οι αυτοκτονικοί παραγωγοί που καταστρέφουν τον πλανήτη είναι μαλάκες. Εκείνη την στιγμή, δεν θα ένιωθες ευτυχία, ανακούφιση, ικανοποίηση που εγκαταλείπεις αυτήν την κοιλάδα με τους μαλάκες;

Τότε ο Κρίτων με ρώτησε: «Μα, δάσκαλε, πότε θ΄ αρχίσω να σκέπτομαι έτσι;» Του απάντησα ότι δεν πρέπει να το κάνει πολύ σύντομα, γιατί όποιος στα είκοσι ή στα τριάντα του σκέφτεται ότι όλοι είναι μαλάκες, είναι μαλάκας και δεν θα αγγίξει ποτέ τη σοφία. Θα πρέπει να ξεκινήσεις με τη σκέψη ότι όλοι οι άλλοι είναι καλύτεροι από σένα και να εξελιχθείς σιγά σιγά, να έχεις τις πρώτες ωχρές αμφιβολίες γύρω στα σαράντα σου, να αρχίσεις την αναθεώρηση ανάμεσα στα πενήντα και στα εξήντα και να φτάσεις στη βεβαιότητα ενώ θα βαδίζεις προς τα εκατό, αλλά να΄ σαι έτοιμος να κλείσεις τους λογαριασμούς σου μόλις σημάνει η καμπάνα.

Το να πειστείς ότι όλοι όσοι είναι γύρω σου (έξι δισεκατομμύρια) είναι μαλάκες απαιτεί μια λεπτή και επιδέξια τέχνη που δεν βρίσκεται στη διάθεση του πρώτου Κέβητα με το σκουλαρίκι στ’ αυτί (ή στη μύτη). Απαιτεί μελέτη και μόχθο. Δεν πρέπει να επισπεύδουμε τους χρόνους. Πρέπει να φτάσουμε γλυκά γλυκά, ακριβώς την κατάλληλη στιγμή για να πεθάνεις γαλήνια. Αλλά την προηγούμενη μέρα πρέπει ακόμα να σκέφτεσαι ότι κάποιος που αγαπάς και θαυμάζεις δεν είναι μαλάκας. Η σοφία συνίσταται στο ν΄ αναγνωρίσεις ακριβώς την κατάλληλη στιγμή (και όχι νωρίτερα) ότι είναι κι αυτός μαλάκας. Μόνο τότε μπορείς να πεθάνεις.

Επομένως, η μεγάλη τέχνη συνίσταται στο να μελετάς κάθε φορά κι από λίγο την παγκόσμια σκέψη, να ξεψαχνίζεις τις εξελίξεις των ηθών, να ελέγχεις μέρα τη μέρα τα ΜΜΕ, τους ισχυρισμούς των καλλιτεχνών με τη μεγάλη αυτοπεποίθηση, τα αποφθέγματα των πολιτικών σε ελεύθερη τροχιά, τις σοφίες των αποκαλυψιακών κριτικών, τους αφορισμούς των χαρισματικών ηρώων, μελετώντας τις θεωρίες, τις προτάσεις, τις εκκλήσεις, τις εικόνες, τα οράματα. Μόνο τότε, στο τέλος, θα σου έρθει η συνταρακτική αποκάλυψη ότι όλοι είναι μαλάκες. Εκείνη τη στιγμή, θα είσαι έτοιμος για τη συνάντηση με τον θάνατο.

Μέχρι το τέλος, θα πρέπει ν΄ αντιστέκεσαι σ΄ αυτή την αναπόδεικτη αποκάλυψη, να επιμένεις να πιστεύεις ότι κάποιος λέει λογικά πράγματα, ότι το τάδε βιβλίο είναι καλύτερο από τ΄ άλλα, ότι ο δείνα ηγέτης θέλει πράγματι το κοινό καλό. Είναι φυσικό, είναι ανθρώπινο, είναι ίδιον του είδους μας να αρνούμαστε την πεποίθηση ότι όλοι οι άλλοι είναι αδιακρίτως μαλάκες, αλλιώς τι αξίζει να ζεις; Αλλά όταν, στο τέλος, μάθεις, θα καταλάβεις τι αξίζει (και μάλιστα πόσο υπέροχο είναι) να πεθαίνεις. Τότε, ο Κρίτων μού είπε: «Δάσκαλε, δεν θα ΄θελα να πάρω βεβιασμένες αποφάσεις, αλλά τρέφω την υποψία ότι είστε μαλάκας». «Βλέπεις», του είπα, «είσαι σε καλό δρόμο».

Εκδόσεις: Ελληνικά Γράμματα

Συνέχεια ανάγνωσης

Ιστορία της Ομορφιάς

Μια εμπεριστατωμένη μελέτη της προοπτικής της Ομορφιάς στο πέρασμα των αιώνων. Μια πανοραμική απεικόνιση της αντίληψης του ανθρώπου για το Ωραίο. Μέσα από την τέχνη και τη φιλοσοφία. Ένα ταξίδι στον τρόπο σκέψης των ανθρώπων για ένα από τα σημαντικότερα αγαθά της ζωής. Η Ομορφιά μέσα από τη θρησκεία, την καθημερινή ζωή, τον έρωτα, τη διαστροφή, ακόμα και μέσα από την Ασχήμια.

Μια καταπληκτική έκδοση των Εκδόσεων Καστανιώτη, με υψηλή ποιότητα χαρτιού και εκτύπωσης, άριστες φωτογραφίες έργων τέχνης και πάρα πολλά αποσπάσματα κειμένων.

Ένα κόσμημα για τη βιβλιοθήκη μας, με την υπογραφή του ανεπανάληπτου Ουμπέρτο Έκο.

Συνέχεια ανάγνωσης

Η μυστηριώδης φλόγα της βασίλισσας Λοάνα

Ο Τζιανμπατίστα Μποντόνι (χαϊδευτικά Γιάμπο) είναι ένας εξηντάχρονος έμπορος παλιών βιβλίων. Ύστερα από ένα εγκεφαλικό παθαίνει αμνησία και προσπαθεί να ξαναβρεί τη ζωή του μέσα από βιβλία, δίσκους και κόμικς. Το δεύτερο εγκεφαλικό τον ρίχνει σε κώμα. Μέσα στην ομίχλη του μυαλού του ξαναζεί τη ζωή του με έναν ανορθόδοξο τρόπο, προσπαθώντας να εκπληρώσει ένα όνειρο: να βρει τη χαμένη (και μοναδική) αγάπη του, τη Λίλα.

Η «Βασίλισσα Λοάνα» είναι το αριστούργημα του Έκο. Μια ελεγεία στη μετέωρη ανθρώπινη υπόσταση, με (πιθανότατα) αυτοβιογραφικά στοιχεία. Ένα έπος της χαμένης παιδικής μας αθωότητας. Μια ιστορική αναδρομή στα σημαντικότερα γεγονότα των τελευταίων δεκαετιών, με έμφαση στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, από μια άλλη και πολύ λίγο γνωστή οπτική: με τα μάτια του επαρχιώτη της φασιστικής Ιταλίας του Μουσολίνι.

Όπως πάντα ο Έκο είναι χειμαρρώδης, διεισδυτικός, αναλυτικός, εξαντλητικός, τρυφερός, παραστατικός, συγκλονιστικός. Το τέλος του βιβλίου (που γενικά πιστεύω πως είναι το καλύτερο κομμάτι ενός έργου) είναι υπέροχο.

Ο κυριότερος όμως λόγος που αγάπησα το βιβλίο είναι η κρυμμένη, μυστική και πανάρχαια αμφιβολία που κατατρύχει την ανθρώπινη ύπαρξη: όχι η αμφιβολία της μετά θάνατον ζωής ή η αμφιβολία της ύπαρξης του Θεού, αλλά η βασανιστική και αναπάντητη ερώτηση «είμαι πράγματι αυτό που νομίζω πως είμαι;».

Δεν μπορώ να αντισταθώ στον πειρασμό να παραθέσω μερικά αποσπάσματα από το βιβλίο:

Πόσες ώρες θα πρέπει να πέρασα πάνω από αυτή τη σελίδα! Αλλά ακόμα και στις άλλες, ορισμένες έγχρωμες (και ανέτρεχα σε αυτές χωρίς να δίνω σημασία στην αλφαβητική σειρά, λες και ακολουθούσα τη μνήμη των δαχτύλων μου): τα σαρκώδη μανιτάρια, που τα πιο όμορφά τους ήταν τα δηλητηριώδη, ο πεισματάρης μυγοκτόνος με το κόκκινο καπέλο και τις άσπρες βούλες, η παξίνα με το επίβουλο κίτρινο χρώμα της, το άσπρο ξανθόδερμο, ο ύπουλος βωλίτης ο σατανάς, η σαρκόσφαιρα σαν παχιά χείλη που ανοίγονταν σ’ ένα μορφασμό˙ κι έπειτα τ’ απολιθώματα, με το μεγαθήριο, το μαστόδοντα και το μόα˙ τα αρχαία μουσικά όργανα (η ραμσίνγκα, το ελεφαντίσιο κέρας, το βούκινο, το λαούτο, η ριμπέκα, η αιολική άρπα και η άρπα το Σολομώντα)˙ οι σημαίες όλου του κόσμου (με χώρες που λέγονταν Κίνα και Κοχιγκίνα, Μαλαμπάρ, Κονγκό, Ταμπόρ, Μαράτες, Νέα Γρανάδα, Σαχάρα, Σαμόα, Σάντουιτς, Βλαχία, Μολδαβία)˙ τα οχήματα όπως το λεωφορείο, ο φαέθων, η βικτώρια, το λαντό, το κουπέ, το καμπ, το σάλκι, η ντιλιγκέντσα, το ετρουσκικό άρμα, το δίτροχο άρμα, ο ελεφάντινος πύργος, το κάρο, η μπερλίνα, το φορείο, το κλειστό φορείο, το έλκηθρο, η σούστα, το καμπριολέ˙ τα ιστιοφόρα (κι εγώ που νόμιζα ότι είχα προσλάβει από ποιος ξέρει ποια μυθιστορήματα θαλασσινών περιπετειών όρους όπως γολετόμπρικο και μετζάνα, κοντραμετζάνα, μπέλμπερι, γάμπια, μαΐστρα, τρίγκος, παρουκέτο, βελάγιο, τρότσα, φλόκος και κοντραφλόκος, μπούμα, πίκι, μπομπρέσο, κόφα, μούρα, όρτσα τη ράντα, λοστρόμε του σατανά, μα τις χίλιες μπομπάρδες, βροντές του Αμβούργου, μπόντζα λα μπάντα, πάρτε βόλτα στα όρτσα, αδέρφια από την Ακτή!)˙ και ακόμα, τα παλιά όπλα, το ρόπαλο με τα καρφιά, ο βούρδουλας, η σπάθα του δήμιου, το χαντζάρι, το τρίκοπο εγχειρίδιο, το ξιφίδιο, η αλαβάρδα, το αρκεβούζιο, η μπομπάρδα, ο κριός, ο καταπέλτης˙ και η γραμματική των εραλδικών συμβόλων, η κορυφή, η ζώνη, η πεδιάς, η δοκίς, ο τελαμών, ο πάλος, ο σταυρός, το πλαίσιο, το πρόσθετο τετράγωνο, η αγρείφνα, ο σφην… Αυτή θα πρέπει να ήταν η πρώτη εγκυκλοπαίδεια της ζωής μου και σίγουρα θα την ξεφύλλισα αμέτρητες φορές. Τα περιθώρια των σελίδων ήταν τριμμένα, πολλά λήμματα υπογραμμισμένα, μερικές φορές είχε στο πλάι γρήγορες σημειώσεις από ένα παιδικό χέρι, τις περισσότερες φορές ήταν αντιγραφή δύσκολων λέξεων. Αυτός ο τόμος είχε εξαντληθεί μέχρι τελικής πτώσεως και φύλλα του ήδη ξεκολλούσαν.

Αλλά ποιος μου λέει ότι όλα αυτά που θυμήθηκα μέσα σ’ αυτό τον ύπνο μού συνέβησαν στ’ αλήθεια; Ίσως η μητέρα και ο πατέρας μου να μην είχαν αυτή την όψη, να μην υπήρξε ποτέ ο δόκτωρ Όζιμο ή ο Άντζελο ο Αρκούδης, να μην έζησα ποτέ τη νύχτα του Βαλόνε. Κι ακόμα χειρότερα, να έχω ονειρευτεί ότι ξυπνώ σ’ ένα νοσοκομείο, ότι έχασα τη μνήμη μου, ότι έχω μια γυναίκα που λέγεται Πάολα, δύο κόρες και τρία εγγόνια. Δεν έχασα ποτέ τη μνήμη μου, είμαι ένας άλλος -κι ένας θεός ξέρει ποιος- που βρέθηκε κατά λάθος σ’ αυτή την κατάσταση (κώμα ή λήθη) και όλα τ’ άλλα είναι μορφές που αναδύθηκαν χάρη στις οφθαλμαπάτες της ομίχλης, πράγμα που είναι απλώς μια ένδειξη ότι η ζωή μου ήταν ένα όνειρο. Ανέφερα ένα απόσπασμα. Και αν όλα τ’ άλλα αποσπάσματα που ανέφερα στο γιατρό, στην Πάολα, στη Σίβυλλα, στον εαυτό μου, δεν ήταν παρά το προϊόν του ίδιου επίμονου ονείρου; Τότε δεν θα υπήρξαν ποτέ ο Καρνούτσιο, ο Έλιοτ, ο Πάσκολι, Ουισμάν και όλα τ’ άλλα που θεωρούσα εγκυκλοπαιδική ανάμνηση. Το Τόκιο δεν είναι η πρωτεύουσα της Ιαπωνίας. Ο Ναπολέων, όχι μόνο δεν πέθανε στην Αγία Ελένη, αλλά δεν γεννήθηκε καν, αν κάτι υπάρχει έξω από μένα είναι ένα παράλληλο σύμπαν, όπου ποιος ξέρει τι συμβαίνει ή τι έχει συμβεί, ίσως οι όμοιοί μου -κι εγώ ο ίδιος- έχουμε δέρμα καλυμμένο από πράσινα λέπια και τέσσερις πτυσσόμενες κεραίες πάνω απ’ το μοναδικό μάτι μας.

Αν όμως Κάποιος προβάλλει μια ταινία απευθείας στον εγκέφαλό μου; Μπορεί να είμαι ένας εγκέφαλος μέσα σε κάποιο διάλυμα μέσα σ’ ένα σκεύασμα, μέσα στο γυάλινο δοχείο όπου είδα τους όρχεις του σκύλου μέσα σε φορμόλη, και κάποιος μου στέλνει ερεθίσματα για να με κάνει να πιστέψω ότι έχω σώμα και ότι υπήρξαν και άλλοι γύρω μου -ενώ υπάρχουν μόνο ο εγκέφαλος και ο Διεγέρτης του. Αλλά αν είμαστε εγκέφαλοι σε φορμόλη, μπορούμε να θεωρήσουμε δεδομένο ότι είμαστε εγκέφαλοι σε φορμόλη ή να ισχυριστούμε ότι δεν είμαστε;

Στο συναρπαστικό σύνολο βέβαια συμβάλλει η εικονογράφηση και η καταπληκτική μετάφραση της Έφης Καλλιφατίδη.

Εκδόσεις: Ελληνικά Γράμματα

Συνέχεια ανάγνωσης