Πριν από λίγες ημέρες βρέθηκα στο Μουσείο Μοντέρνας και Σύγχρονης Τέχνης Tate του Liverpool. Εκεί λειτουργούσε έκθεση του μεγάλου Βέλγου ζωγράφου René Magritte. Ο Magritte είναι πραγματικά ένας τεχνίτης της παραπλάνησης. Ένας άνθρωπος ο οποίος είχε δηλώσει ότι «η ζωγραφική είναι πολύ βαρετή», παγιδεύει τον εγκέφαλό σου, χωρίς να το θέλεις, σε ένα κύκλο πραγματικότητας-σουρρεαλισμού. Έναν κύκλο ύπουλο, αέναο, που όσο προσπαθείς να τον σταματήσεις και να ξεφύγεις απ΄ αυτόν, τόσο αυτός σε ρουφάει σαν καταβόθρα και σε ενσωματώνει στους πίνακές του.
Σε μια γωνιά το βλέμμα μου καρφώθηκε σε έναν μικρό πίνακα. Κάπου τον ξέρω, είπα, κάπου τον έχω ξαναδεί. Ήμουν σίγουρος ότι αυτό το φανάρι, αυτό το δέντρο, αυτός ο ουρανός, μού ήταν γνωστά. Ένας πίνακας γεμάτος φως. Σκοτάδι και φως. Λήθη και γνώση. Ζωή και θάνατο. Και τότε ο εγκέφαλός μου πήρε φωτιά. Τον είχα δει κάπου σε ένα βιβλίο. Ναι, πρέπει να ήταν ένα εξώφυλλο. Ένα εξώφυλλο από βιβλίο που έχω διαβάσει. Ήταν από το βιβλίο του Γιώργου Γραμματικάκη, Η Αυτοβιογραφία του Φωτός.
Πιο κάτω είδα ένα από τα πολύ γνωστά έργα του, με τα οποία παίζει με την πραγματικότητα και το φανταστικό, σαν να κοροϊδεύει το θεατή: μία πίπα και από κάτω η επιγραφή “This is not a pipe”. (Ο ίδιος πίνακας υπάρχει και στα γαλλικά “Ceci n’est pas une pipe”.) Πέρα από την κατάφωρη παραβίαση της λογικής μου και την πυροδότηση εκατομμυρίων συνάψεων στον εγκέφαλό μου για να καταλάβω τον πίνακα, συνέβη και κάτι ακόμα: θυμήθηκα το εξώφυλλο ενός άλλου βιβλίου που διάβασα: The man who mistook his wife for a hat του Oliver Sacks. Σε αυτό το εξώφυλλο υπάρχει ένα καπέλο και από κάτω η επιγραφή “Ceci est ma femme”. Έμοιαζαν τόσο αυτά τα δύο: ύφος, γραμματοσειρά, τεχνοτροπία, διαστρέβλωση της πραγματικότητας. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, έψαξα αμέσως για αυτό το βιβλίο. Στο οπισθόφυλλο βρήκα: “Cover illustration by Paul Slater after Magritte’s The Betrayal of Images.
Τόσες συμπτώσεις; Τόσες φορές ο Magritte στη ζωή μου;
Συνέχεια ανάγνωσης