Όλοι υπήρξαμε έφηβοι. Ξέρουμε τι θα πει να μην σε κρατάει τίποτα και κανένας. Δεν θα σχολιάσω πώς μπορεί ένας έφηβος να ελέγξει και προς ποια κατεύθυνση μπορεί να διοχετεύσει την ενεργητικότητά του. Δεν μπορώ όμως να ακούω ανοησίες για την κατάσταση των νέων σήμερα, για τον ηθικό ξεπεσμό, για το παραστράτημα της νεολαίας.
Όταν ήμουν στην Β’ Γυμνασίου (1983-1984), δύο μαθητές της Γ’ τάξης είχαν «στριμώξει» μία μαθήτρια στις τουαλέτες. Τους έπιασε ο γυμναστής, ο οποίος περνώντας έξω από τις τουαλέτες άκουσε τις φωνές της μαθήτριας. Κανείς δεν ήξερε τι ακριβώς έγινε. Κλήθηκε ιατροδικαστής για να διαπιστώσει εάν είχε τελεστεί το ανεπανόρθωτο. Κανείς δεν έμαθε το αποτέλεσμα της πραγματογνωμοσύνης, ορθώς. Αλλά οι φήμες οργίαζαν μεταξύ των μαθητών. Το συμβούλιο των καθηγητών επέβαλε ποινές στους θύτες (αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος) και στο θύμα συνέστησε να αλλάξει και αυτό σχολείο, για να αποφύγει την κοινωνική κατακραυγή. Προφανώς, από τις ποινές φαίνεται ότι μάλλον δεν έγινε τίποτα περισσότερο από ένα «στρίμωγμα».
Στην πενταήμερη εκδρομή της Γ’ Λυκείου, κάποιοι μαθητές είχαν καταγράψει σε κασέτα ήχου την ερωτική πράξη ενός από αυτούς με μια μαθήτρια και κάθε βράδυ έστηναν πηγαδάκια με διάφορους τύπους (και εξωσχολικούς) και έκαναν ομαδική ακρόαση. Δεν είμαι σίγουρος, αλλά νομίζω ότι τελικά πούλησαν και αντίγραφα της κασέτας.
Αυτό που θέλω να πω είναι ότι αυτά γίνονταν ανέκαθεν στα σχολεία. Δεν είναι φαινόμενο της εποχής. Απλά, παλιότερα δεν έπαιρναν τέτοια διάσταση. Οι τρομολάγνοι δημοσιογράφοι μάς τα παρουσιάζουν ως σημεία των καιρών. Μπορεί στην εποχή μου να μην υπήρχαν κινητά τηλέφωνα, αλλά υπήρχαν κασετόφωνα. Σιγά τη διαφορά! Η ουσία είναι η ίδια.
Το μόνο νέο στοιχείο στην σημερινή υπόθεση είναι ο ρατσισμός. Αλλά, αυτό θα έπρεπε να το βλέπαμε σε πολύ περισσότερες εκφάνσεις του στην καθημερινή ζωή μας.