Kάθομαι στα McDonald’s στην Kärstnerstrasse στην Πλατεία Αγίου Στεφάνου (Stephansplatz). Δίπλα μου κάθονται δύο νεαροί και απέναντι ένα ζευγάρι με μία ηλικιωμένη κυρία, πιθανώς μητέρα ενός εκ των δύο. Οι απέναντι είναι μουσουλμάνοι, τούς καταλαβαίνω από τη χαρακτηριστική ενδυμασία των γυναικών. Η ηλικιωμένη γυναίκα είναι πιο συντηρητικά ντυμένη, αλλά η νεαρή είναι πιο «φιλελεύθερη» με ένα απλό μαντήλι στο κεφάλι που τόνιζε τα όμορφα χαρακτηριστικά του προσώπου της.
Οι νεαροί δίπλα μου τελειώνουν το φαγητό τους και φεύγουν. Αμέσως έρχεται ένας ελεεινός τύπος, με μια κιθάρα, παραπατώντας και κάθεται στο τραπέζι των νεαρών. Αρχίζει να τρώει τα αποφάγια τους και να ρουφάει ό,τι έχει απομείνει στα ποτήρια από την Coca Cola. Μαζεύει τα ψίχουλα και τις πατάτες που έχουν μείνει, καθαρίζει τη σάλτσα που περίσσεψε. Δείχνει να πεινάει. Δεν σοκάρομαι εύκολα, αλλά για λίγες στιγμές σάστισα με την εικόνα του πεινασμένου ανθρώπου να τρέφεται με αποφάγια. Για λίγο πάγωσα. Με συνέφερε η ηλικιωμένη γυναίκα απέναντί μου. Όταν είδε τη σκηνή αγανάκτησε, ντράπηκε για το ανθρώπινο είδος και θεώρησε ανυπόφορο ένα τέτοιο γεγονός. Δεν μπορούσε να ανεχτεί ένα τέτοιο φαινόμενο δίπλα της. Ήταν ΑΙΣΧΟΣ! Αμέσως έβαλε τον γιο/γαμπρό της να δώσει στον πεινασμένο ένα πακέτο πατάτες από τις δικές της. Ο νεαρός ευγενικά και λίγο συνεσταλμένα σηκώθηκε και πολύ ήσυχα ακούμπησε ο πακέτο με τις τηγανητές πατάτες στο τραπέζι τού πεινασμένου. Αυτός δεν κατάλαβε καλά τι συνέβη, ευχαρίστησε γρήγορα τον νεαρό και άρχισε να τρώει τις πατάτες. Σε λίγο τού πρόσφεραν και ένα χάμπουργκερ, αλλά ο πεινασμένος αρνήθηκε. Κάτι ψέλλισε και έδειξε την κιθάρα του -ίσως να είπε ότι θα κερδίσει το χάμπουργκερ με την κιθάρα του.
Όταν τελείωσε τις πατάτες του, σηκώθηκε παραπατώντας, πήγε στο τραπέζι των μουσουλμάνων και έσφιξε το χέρι του νεαρού ευχαριστώντας τον. Έγνεψε με ευγνωμοσύνη στις γυναίκες -δεν τις άγγιξε- και έφυγε. Ο νεαρός έτρεξε πίσω του και τού έβαλε μερικά χαρτονομίσματα στο χέρι.
Ύστερα από αυτή τη σκηνή που εκτυλίχθηκε μπροστά μου δεν μπόρεσα να τελειώσω το φαγητό μου. Δεν ξέρω τι με συγκλόνισε περισσότερο. Ο πεινασμένος να τρώει αποφάγια; Η αντίδραση της ηλικιωμένης μουσουλμάνας; Το σφίξιμο τού χεριού;
Ντράπηκα για τα αντανακλαστικά μου. Δεν έκανα τίποτα όταν είδα αυτόν τον πεινασμένο άνθρωπο. Πού έχει πάει η ανθρωπιά μου; Πώς ζω έτσι ανάλγητα; Αν ερχόταν ένας σκύλος και μού ζητιάνευε φαγητό θα τού είχα πετάξει κάτι. Σε αυτόν τον πεινασμένο άνθρωπο γιατί δεν έδωσα τίποτα; Τόσο απάνθρωπος έχω γίνει;
Η ηλικιωμένη μουσουλμάνα με δίδαξε ανθρωπιά. Ευτυχώς, υπάρχουν ακόμα άνθρωποι.
Είμαστε υπάνθρωποι, ή μαζί με τα χλωρά καίγονται και τα ξερά;Απο όσους ζητάνε την ελευμοσύνη σου στην Θεσσαλονίκη,πόσοι πραγματικά την χρειάζονται για να επιβιώσουν;Έχουμε μάθει να αδιαφορούμε…αυτή είναι η αλήθεια..
Νομίζω πως έχουμε γίνει επιφυλακτικοί με τους ανθρώπους γιατί δυσκολευόμαστε να πιστέψουμε τα κίνητρα και τις ανάγκες αυτού που ζητά χρήματα. Προσωπικά θα έδινα χρήματα κυρίως σε κάποιον που βρισκόταν σε πραγματικά τραγική κατάσταση όπως ο κύριος που περιγράφεις…όπου θα ξέρω ότι όντως τα έχει ανάγκη για να επιβιώσει και ότι μάλλον δεν θα τα παίξει στα χαρτιά, τον ιππόδρομο, στα ποτά ή τα ναρκωτικά.
Ακόμα καλύτερα, αν πράγματι κάποιος πεινάει, είναι για μένα προτιμότερα να του αγοράσει κανείς επιτόπου φαγητό. Αν κάποιος κρυώνει, ας του δώσουμε επιτόπου μια μπλούζα. Θυμάμαι ένα παλικάρι στην Ομόνοια που ήταν ναρκομανής και ζητούσε χρήματα για φαγητό. Ένας κύριος τον ρώτησε αν πραγματικά πεινάει και αυτός είπε “ναι”. Τον πήρε την ίδια στιγμή και τον πήγε σε ένα τυροπιτάδικο και τον γέμισε με φαγώσιμα. Το παιδί εξαφάνισε μεγάλη ποσότητα από αυτά σε χρόνο dt. Αν του είχε δώσει χρήματα, ίσως η ανάγκη για ναρκωτικά να είχε υπερπηδήσει αυτήν της πείνας και τα να είχε ξοδέψει σε ουσίες…Αγοράζοντάς του όμως φαγητό, τον βοήθησε άμεσα.
Δεν είναι δύσκολο να μην αδιαφορούμε, φτάνει να επιλέγουμε όσο το δυνατό καλύτερα τους τρόπους με τους οποίους θα βοηθήσουμε.
Πριν από δύο χρόνια έτυχε να βρίσκομαι στο Ανόβερο για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Ωστόσο λίγες μέρες αρκούν για να καταλάβεις τόσο την φιλοζωία των Γερμανών όσο και το υπαρκτό πρόβλημα των αστέγων.
Ένα φθινοπωρινό πρωινό έκανα βόλτα σε έναν από τους κεντρικότερους δρόμους της πόλης και κάποια στιγμή προσπέρασα έναν άστεγο. Δε ζητιάνευε, μόνο κοιτούσε τον κόσμο που περνούσε σχεδόν πάνω από την κουβέρτα στην οποία καθόταν. Ένας ηλικιωμένος αδύνατος άνθρωπος, με βρώμικα ρούχα που προσπαθούσε να καλύψει τα πόδια του όσο καλύτερα γινόταν, μια και το κρύο ήταν τσουχτερό. Η μόνη παρέα που είχε ήταν ένας μεγαλόσωμος σκύλος. Τι ήταν αυτό που πραγματικά μου έκανε εντύπωση; Ο κόσμος που περνούσε δεν άφηνε χρήματα ή φαγητό στον άνθρωπο, αλλά φαγητό στον σκύλο! Ο σκύλος είχε τουλάχιστον δύο μεγάλα κομμάτια πίττα μπροστά του και έτρωγε, ενώ ο άστεγος άντρας δεν είχε τίποτα. Δεν θυμάμαι τι με έκανε να κοντοσταθώ…η συμπεριφορά των περαστικών, η συμπεριφορά του άστεγου ανθρώπου, που δεν άπλωσε το χέρι του να πάρει το φαγητό του σκύλου ούτε να διαμαρτυρηθεί στους φιλόζωους συμπολίτες του; Μπορεί και η στιγμιαία επιθυμία μου να του αγοράσω κάτι να φάει. Απ΄ ό, τι φαίνεται η επιθυμία μου αυτή δεν ήταν και τόσο ισχυρή, αφού προσπέρασα κι εγώ τελικά τον άνθρωπο. Η σκέψη παρηγοριάς στον εαυτό μου: μπορεί ο άνθρωπος αυτός να μην πεινούσε.
Συμφωνώ. Συχνά πετάμε πιο εύκολα φαγητό σε ένα πεινασμένο σκύλο παρά σε ένα πεινασμένο άνθρωπο.