De Gentse Feesten (οι Γιορτές της Γάνδης) είναι ένα φεστιβάλ που ξεκίνησε το 1843 και επιβιώνει ως σήμερα. Άρχισε ως ένα μικρό πανηγύρι σε ένα χωριό και σήμερα είναι ένα ένα ευρωπαϊκό πολιτιστικό δρώμενο σε μια μεγάλη πόλη. Φέτος έγινε από τις 16 έως τις 25 Ιουλίου. Δέκα ολόκληρες ημέρες γλεντιού, μουσικής, ξεγνοιασιάς και μπύρας. Αυτήν την περίοδο δεν λειτουργεί τίποτα στην πόλη της Γάνδης. Όλα είναι κλειστά (εκτός βέβαια από τα τουριστικά καταστήματα, τα εστιατόρια και τις μπυραρίες). Ακόμα και τα νοσοκομεία λειτουργούν με προσωπικό ασφαλείας. Δεν προγραμματίζουν χειρουργεία, παρά μόνο για έκτακτα περιστατικά. Είναι ουσιαστικά οι μόνες ημέρες πραγματικών διακοπών. Δεν κάθονται ούτε την περίοδο Χριστουγέννων-Πρωτοχρονιάς. Οπότε για τους κατοίκους της Γάνδης είναι μια ουσιαστική γιορτή.

Το ιστορικό κέντρο της πόλης κλείνει ακόμα και για τα τραμ. Εξέδρες στήνονται παντού, σε κάθε πλατεία. Κιόσκια εμφανίζονται και πλανόδιοι πωλητές απλώνουν την πραμάτεια τους. Πλωτές εξέδρες στήθηκαν ακόμα και μέσα στο ποτάμι. Σε κάθε δρομάκι, σοκάκι, γωνία ξεφυτρώνουν καλλιτέχνες που δίνουν παραστάσεις: μουσικοί, ηθοποιοί, χορευτές, ταχυδακτυλουργοί, ό,τι μπορείς να φανταστείς. Αν ξαναπεράσεις από τον ίδιο δρόμο λίγα λεπτά αργότερα το σκηνικό έχει αλλάξει. Άλλοι καλλιτέχνες έχουν ξεφυτρώσει. Η πόλη βρίσκεται σε έναν πολιτισμικό οργασμό. Όλη η πόλη μια τεράστια σκηνή. Κάθε καρυδιάς καρύδι έχει μαζευτεί εδώ: Ινδιάνοι, Ρώσοι, Κινέζοι, Ινδοί. Ορχήστρες παίζουν στις εξέδρες. Συγκροτήματα ρέγγε. Rock. Soul. Δεν ξέρεις πού να πρωτοπάς.

Αυτό που κάνει εντύπωση σε έναν Έλληνα μαθημένο στα ελληνικά πανηγύρια είναι η οργάνωση της εκδήλωσης. Παντού στήθηκαν χημικές τουαλέτες, κάδοι ανακύκλωσης, πινακίδες για πληροφόρηση των επισκεπτών, πινακίδες για τροποποίηση της κυκλοφορίας των αστικών συγκοινωνιών, οθόνες για τις αλλαγές των δρομολογίων των τραμ. Αυτές οι κινήσεις, εκτός του ότι έχουν άμεσο πρακτικό αποτέλεσμα, δείχνουν σεβασμό των οργανωτών προς τους επισκέπτες, κάτι που λείπει στην Ελλάδα.

Παρά τον πολύ κόσμο, η πόλη διατηρήθηκε καθαρή. Μία κυρία με δύο σκύλους περπατάει στο δρόμο. Ο ένας της σκύλος σταματάει και λερώνει το πλακόστρωτο. Ο σκύλος τελειώνει και η κυρία συνεχίζει να περπατάει. Δύο-τρεις περαστικοί αρχίζουν να της φωνάζουν να τα μαζέψει. Αυτή απαντάει κάτι σαν «δεν μπορώ, δεν έχω μαζί μου τίποτα». Αυτοί αρχίζουν να την βρίζουν. Μαζεύεται κόσμος και γίνεται μια σχετική φασαρία. Απομακρύνθηκα σκεπτόμενος αν θα είχε γίνει το ίδιο αν άνθρωπος λέρωνε το πλακόστρωτο.

Η μπύρα έρεε άφθονη. Οι Βέλγοι έχουν παράδοση στην μπύρα. Υπάρχουν πάνω από τριακόσια είδη βελγικής μπύρας. Ξανθιές, μελαχρινές, κόκκινες. Ωστόσο μεθυσμένους δεν είδα, παρά ελάχιστους. Επίσης, οι έφηβοι δεν έπιναν μπύρες, μόνο Coca Cola και χυμούς.

Η μόνη παραφωνία σε αυτή τη γιορτή ήταν ο καιρός. Από τις δέκα ημέρες, έβρεχε συνεχώς τις επτά. Κανένας όμως δεν πτοήθηκε. Όλοι έβαζαν ένα αδιάβροχο, άνοιγαν μία ομπρέλα και συνέχιζαν τη βόλτα τους. Αν η βροχή ήταν δυνατή, έτρεχαν κάτω από ένα υπόστεγο ή μπαλκόνι περιμένοντας να σταματήσει (δεν κρατούσε πάνω από δέκα-δεκαπέντε λεπτά). Κορίτσια με σαγιονάρες βόλταραν σαν να μην τρέχει τίποτα. Παιδιά πλατσούριζαν στις λακκούβες. Ακόμα και πολύ μωρά στα καροτσάκια έδειχναν να απολαμβάνουν τη βροχή και οι γονείς τους δεν έδιναν σημασία στις ψιχάλες που έπεφταν στα ροδοκόκκινα μαγουλάκια. (Αχ, Ελληνίδες μαμάδες, θα παθαίνατε πολλαπλά εγκεφαλικά!) Όλοι έδειχναν να έχουν συνηθίσει σε τέτοιο καιρό και δεν τους πείραζε καθόλου.

Οι Γιορτές της Γάνδης είναι ένα πολιτιστικό γεγονός ευρωπαϊκών διαστάσεων. Κάτι σαν το Oktoberfest των Γερμανών. Προσελκύει κόσμο από όλη την Ευρώπη και είναι μια πολύ καλή ευκαιρία για διασκέδαση και ξεφάντωμα. Σκέφτομαι ότι για τους Έλληνες όλα αυτά ακούγονται γλυκανάλατα. Άμα το πανηγύρι δεν έχει κρασί, κλαρίνα και μετά μπουζούκια πρώτο τραπέζι πίστα δεν αξίζει. Σωστά;

Αφήστε σχόλιο