Ένα από τα πράγματα που μου λείπει τα καλοκαίρια είναι οι παραστάσεις στην Επίδαυρο. Το Φεστιβάλ της Επιδαύρου ή καλύτερα Επιδαύρεια κατά το αρχαίο. Το Υπουργείο Πολιτισμού διοργανώνει εδώ και δεκαετίες κάθε καλοκαίρι σειρά παραστάσεων στο χώρο του αρχαίου θεάτρου της Επιδαύρου.


Το θέατρο είναι το μεγαλύτερο, σχεδόν πλήρως σωζόμενο αρχαίο θέατρο στον ελλαδικό χώρο, με χωρητικότητα περίπου 14.000 θεατές, καθώς δεν υπάρχουν ατομικές θέσεις, παρά μόνο εδώλια σε δύο διαζώματα. Σχεδιάστηκε από τον Πολύκλειτο και φημίζεται για την τέλεια ακουστική του. Βρίσκεται στον ευρύτερο χώρο του αρχαίου ιερού του Ασκληπιού, το Ασκληπιείο. Στο ιερό περιλαμβανόταν ναός με χρυσελεφάντινο άγαλμα του Ασκληπιού, το οποίο δεν σώζεται, στάδιο και λαβύρινθος. Από τα τελευταία σώζονται σήμερα μόνο τα θεμέλια. Ωστόσο, το αρχαίο θέατρο έχει διατηρηθεί άριστα. Το αρχαίο ιερό βρίσκεται στη σημερινή κωμόπολη Λυγουριό, νυν Δήμος Ασκληπιείου, στην Αργολίδα.

Κάθε φορά που πάω στο θέατρο νιώθω την ίδια συγκίνηση. Ανεβαίνοντας το δρομάκι που σε οδηγεί στο χώρο τίποτα δεν σε προϊδεάζει για το τι θα αντικρίσεις. Ώσπου ξαφνικά βρίσκεσαι αντιμέτωπος με ένα θαύμα! Ένα επιβλητικό αρχιτεκτόνημα που σε αγναντεύει από δεκάδες αιώνες μακριά. Ένα μάτι του αρχαίου θεού, σκληρό και άτεγκτο, που σε καθηλώνει. Χρειάζεσαι μερικά λεπτά να συνέλθεις. Πλησιάζοντας, το θέατρο αλλάζει όψη. Μπαίνοντας στον διάδρομο για να ανέβεις στο πρώτο διάζωμα, βρίσκεσαι ακριβώς δίπλα στην ορχήστρα. Ένα βήμα να κάνεις και βρίσκεσαι μέσα, μέλος του χορού, πρωταγωνιστής. Σαν να σε συνεπαίρνει η μαγεία του χώρου και σε μετατρέπει σε ηθοποιό. Μόλις πατήσεις το πόδι σου στην ορχήστρα νιώθεις μερικούς πόντους ψηλότερος. Σαν να φοράς αυτόματα κοθόρνους. Θέλεις να υποδυθείς, να αρχίσεις να απαγγέλλεις τα ιερά λόγια των αρχαίων τραγωδών, να μεθύσεις με το γλυκό κρασί, τη λάγνα σάτιρα και τα φαλλικά σύμβολα των κωμωδιών του Αριστοφάνη. Μόνο ένας από μηχανής θεός μπορεί να σε σώσει. Τη μαγεία κάθε βραδιάς συμπληρώνει το ονειρικά ήρεμο τοπίο, το φεγγαρόφως και μερικές φορές το ερωτικό τραγούδι κάποιου τζίτζικα που ξεχάστηκε και συνεχίζει την καντάδα του ως αργά.

Έχω δει δεκάδες παραστάσεις. Εθνικό Θέατρο, Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν, Αμφιθέατρο του Σπύρου Ευαγγελάτου, ΔΗΠΕΘΕ. Τι να πρωτοθυμηθώ. Μεγάλα ονόματα του αρχαίου δράματος. Μινωτής, Συνοδινού, Τσακίρογλου, Λαζάνης, Καρακατσάνης, Κουγιουμτζής, Μιχαλακόπουλος και τόσοι άλλοι. Μεγάλοι σκηνοθέτες, όπως ο Κάρολος Κουν. Εντυπωσιακές και πρωτοποριακές παραστάσεις, όπως η «Ελένη» σε σκηνοθεσία Βουτσινά, που έκανε πάταγο με το χορό των γυμνόστηθων μαθητριών του Εθνικού. Και τι σκηνικό! Άμμος, φοίνικες και σιντριβάνια για να θυμίζει το παλάτι της Αιγύπτου, όπου είχε καταφύγει η Ωραία Ελένη μετά την αρπαγή της.

Τι να πρωτοθυμηθώ από τις τραγωδίες! Την εξουθενωτική για τους θεατές (και μόνη σωζόμενη) τριλογία «Ορέστεια», που παρακολουθούσαμε όλοι μαγεμένοι για τρεις ώρες. Την «Αντιγόνη», τα πάθη του Οιδίποδα, τον «Προμηθέα δεσμώτη», τους «Επτά επί Θήβας», τις τραγικές και σύγχρονα αντιπολεμικές «Τρωάδες». Αλλά και τον «Ιππόλυτο» που ανέβασε ο πολιτιστικός σύλλογος του Λυγουριού με ερασιτέχνες Λυγουριάτες ηθοποιούς και άφησε τους θεατές με ανοιχτό το στόμα.

Τι να πρωτοθυμηθώ βέβαια και από τις κωμωδίες, τα πιο προσιτά στο ευρύ κοινό έργα. Τον «Πλούτο», την «Ειρήνη», τις «Θεσμοφοριάζουσες», τις «Εκκλησιάζουσες», τους «Βατράχους», τους «Σφήκες», τους «Όρνιθες» με την Νεφελοκοκκυγία και βέβαια την ανυπέρβλητη «Λυσιστράτη». Αλλά και κωμωδίες άλλων συγγραφέων, όπως τη «Σαμία» του Μένανδρου -δεύτερης κατηγορίας και μεταγενέστερου του Αριστοφάνη συγγραφέα των ελληνιστικών χρόνων- που ανέβασε ο Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου. Ο χορός τραγουδούσε: «Τίνος είναι το παιδίον, ξέρει μόνον το αιδοίον».

Μέσα στις τόσες παραστάσεις υπήρχαν βέβαια και αποτυχίες. Οι κακές παραστάσεις με ενοχλούσαν λιγότερο όμως από τις κακές αποδόσεις. Και αυτό συνέβαινε κυρίως με τις κωμωδίες. Πολλοί σκηνοθέτες έκαναν μια παράσταση-επιθεώρηση. Θυμάμαι τον Κώστα Βουτσά στους «Σφήκες» να κάνει λογοπαίγνια με τον Τσοβόλα και τον Κεφαλογιάννη. Τότε απλά μου έκανε κακή εντύπωση. Τώρα το θεωρώ βάναυσο βιασμό του αρχαίου κειμένου. Οι δημιουργοί τέτοιων παραστάσεων έλεγαν ότι ο Αριστοφάνης χωρίς σύγχρονες αναφορές είναι μπαγιάτικος. Ο Αριστοφάνης αν ήταν μπαγιάτικος δεν θα ήταν κλασικός. Η προσθήκη στο κείμενο στοιχείων επιθεώρησης γίνεται μονάχα για την προσέλκυση πελατών/θεατών. Είναι αλήθεια ότι ο Αριστοφάνης έκανε σάτιρα της εποχής του. Αυτό όμως δεν δίνει το δικαίωμα σε κανέναν σκηνοθέτη να αλλοιώνει το κείμενο. Αν θέλει να το κάνει είναι ελεύθερος, αλλά τότε θα πρέπει να πει ότι ανεβάζει μια διασκευή π.χ. της «Ειρήνης» και όχι την «Ειρήνη» του Αριστοφάνη.

Ένα άλλο πρόβλημα με τις κωμωδίες ήταν ότι σπάνια τις ευχαριστιόμουν. Τις περισσότερες φορές οι θεατές ήταν απαράδεκτοι. Δεν ήξεραν πότε και πόσο να γελάσουν. Δεν ήξεραν πότε και πόσο να χειροκροτήσουν. Με λίγα λόγια επικρατούσε μια κατάσταση αθηναϊκής επιθεώρησης. Σίγουρα το θέατρο είναι μια διαδικασία αμφίδρομης επικοινωνίας ηθοποιού και θεατή. Άλλο πράγμα όμως η επιθεώρηση και άλλο η αρχαία κωμωδία. Και αυτό φαντάζομαι υποδαυλιζόταν από τους σκηνοθέτες προς άγραν πελατών/θεατών, οι οποίοι στην πλειονότητά τους ήταν Αθηναίοι και μαθημένοι σε τέτοιες παραστάσεις.

Στο τέλος κάθε παράστασης το χειροκρότημα. Η ένταση και η διάρκειά του ήταν ένα μέτρο της επιτυχίας της παράστασης. Πολλές παραστάσεις αποθεώθηκαν από το χειροκρότημα των θεατών. Όμως, το μεγαλύτερο, το εντονότερο, το πιο ενθουσιώδες χειροκρότημα το έχω ζήσει στην παράσταση της «Λυσιστάτης» με την Αλίκη Βουγιουκλάκη. Ήταν μια μέτρια παράσταση, με την Αλίκη στον πρωταγωνιστικό ρόλο και τη Νόρα Βαλσάμη στον δεύτερο γυναικείο. Η Αλίκη ήταν η τσαχπίνα γατούλα των ταινιών της. Με φωνή φτωχή για τις απαιτήσεις της Επιδαύρου. Όταν τραγουδούσε ο χορός, αυτή δεν ακουγόταν σχεδόν καθόλου. Όμως, όλος ο κόσμος χειροκρότησε την αγαπημένη του πρωταγωνίστρια, το μεγάλο αστέρι του κινηματογράφου. Το χειροκρότημα μπορεί να διήρκεσε μισή ώρα, με τον κόσμο όρθιο να επευφημεί την Αλίκη. Ο κόσμος πραγματικά την λάτρευε.

Η Επίδαυρος είναι φετίχ για τους Έλληνες ηθοποιούς. Όλοι θέλουν να παίξουν στο αρχαίο θέατρο. Κάποιοι τα καταφέρνουν. Κάποιοι την ψωνίζουν. Κάποιοι μένουν απέξω και κατηγορούν τους μέσα. Ίσως είναι η κατάρα του ιερού που κατατρύχει και τους μεν και τους δε.

Μου λείπει η Επίδαυρος τις καλοκαιρινές νύχτες.

Αφήστε σχόλιο