Εν αρχή…

Ένα από τα χαρακτηριστικά του ανθρώπινου εγκεφάλου είναι ότι απλουστεύει τα πράγματα, και μάλιστα μερικές φορές τα γενικεύει. Πρόκειται για μια ικανότητα που ανέπτυξε για να μπορεί να επεξεργάζεται και να αξιολογεί ευκολότερα τον μεγάλο όγκο πληροφοριών που δέχεται. Αυτό όμως συχνά, σε συνδυασμό με συναισθηματικούς παράγοντες, τον οδηγεί σε λάθος συμπεράσματα. Ιδού μερικά παραδείγματα:

  • Η οδός Α στη Θεσσαλονίκη, είναι η πιο ασφαλής από άποψη ατυχημάτων (έχουν σημειωθεί τα λιγότερα ατυχήματα από κάθε άλλη οδό στην πόλη). Τυχαίνει όμως εγώ να έχω πάθει ατύχημα σε αυτή την οδό και να έχω παρευρεθεί σε ένα άλλο ως αυτόπτης μάρτυρας. Αν λοιπόν ερωτηθώ για την ασφάλεια της οδού Α, θα απαντήσω πως είναι από τις πιο επικίνδυνες οδούς που ξέρω!
  • Μια ιατρική έρευνα έδειξε πως γυναίκες που χρησιμοποιούν στηθόδεσμο εμφανίζουν συχνότερα νεοπλασίες στους μαστούς, από αυτές που δεν χρησιμοποιούν. Αβίαστα λοιπόν βγαίνει το συμπέρασμα ότι ο στηθόδεσμος προκαλεί νεοπλασίες στους μαστούς!
  • Στη διάρκεια της ζωή μας αντιμετωπίζουμε καθημερινά διάφορες καταστάσεις, από τις οποίες πρέπει να βγάλουμε συμπεράσματα και να πάρουμε αποφάσεις. Πρόκειται για μια διαδικασία στο πλαίσιο της επιβίωσης του είδους. Επιπλέον, η εσωτερική ανάγκη του ανθρώπου να βάλει μια τάξη σε αυτό που ονομάζουμε «φυσικό κόσμο», μέσα στον οποίο ζούμε και δρούμε, έφερε στο προσκήνιο κατά καιρούς διάφορα φιλοσοφικά ρεύματα για την περιγραφή του κόσμου. Μία από τις λαμπρές στιγμές της ανθρώπινης διανόησης ήταν η εμφάνιση του ορθολογισμού. Ο ορθολογισμός, βλέπει τον κόσμο ψυχρά, αντικειμενικά, αποστασιοποιημένα, με καθαρή ματιά, είναι στυγνός, άτεγκτος, και υπάρχει για να υπηρετεί ένα σκοπό: να αμφισβητεί τα πάντα. Έτσι, ο ορθολογισμός εγκαθίδρυσε τον επιστημονικό τρόπο σκέψης και θεώρησης των φαινομένων, και επέφερε τεράστια ώθηση στις επιστήμες και την τεχνολογία.

    Σήμερα η επιστήμη είναι ο πιο αξιόπιστος τρόπος για να βάλουμε μια τάξη στα καθημερινά μας προβλήματα, να περιγράψουμε φαινόμενα και τελικά να αποκτήσουμε κάποιο βαθμό βεβαιότητας για αυτά που συμβαίνουν γύρο μας. Ένας άλλος τρόπος θεώρησης του κόσμου θα μπορούσε να είναι η τέχνη, η οποία δεν έχει καμία σχέση με την επιστήμη. Ίσα-ίσα, επειδή δεν ασχολείται με το να αποδείξει κάτι, η τέχνη επιφέρει περισσότερη ηρεμία, ψυχική ευεξία και πιθανώς ισορροπία σε αυτούς που ασχολούνται μαζί της. Επομένως, όταν κάτι δεν είναι επιστημονικό δεν σημαίνει αυτόματα ότι είναι και κακό, φαύλο, κομπογιαννίτικο, στρεβλό, απατηλό. Ο έρωτας, για παράδειγμα, δεν μπορεί να περιγραφεί από οποιαδήποτε επιστήμη. Ποιος όμως μπορεί να τον καταδικάσει ως ψεύτικο;

    Βιολογία

    Στις βιολογικές επιστήμες, όταν θέλουμε να περιγράψουμε ένα φαινόμενο, διαπιστώνουμε ότι οι παράγοντες που μπορεί να το προκάλεσαν ή να το επηρέασαν είναι πρακτικά άπειροι. Όλοι όμως γνωρίζουμε ότι στη βιολογία η εξαγωγή ενός ορθού συμπεράσματος είναι καθοριστικής σημασίας. Ένας κλάδος των μαθηματικών, τα εφαρμοσμένα μαθηματικά και ειδικότερα η στατιστική έχουν δώσει τεράστια ώθηση στην ανάπτυξη των βιολογικών επιστημών, καθώς μας βοηθούν να δούμε τα πράγματα πιο αντικειμενικά, χωρίς συναισθηματισμούς και με μεγαλύτερη αξιοπιστία.

    Ο νομπελίστας φυσικός Rutherford είχε πει: «Αν χρειάζεσαι τη στατιστική για να περιγράψεις τα αποτελέσματά σου, τότε τα αποτελέσματά σου δεν είναι καλά». Αυτό είναι αλήθεια για τις βασικές επιστήμες, όπως η φυσική, στις οποίες το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας (πείραμα) είναι πάντοτε προβλέψιμο, υπό τις ίδιες συνθήκες. Αντίθετα, στις βιολογικές επιστήμες το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας δεν είναι πάντοτε προβλέψιμο, δηλαδή υπάρχει μεταβλητότητα (variability). Αυτό συμβαίνει γιατί τα βιολογικά συστήματα είναι χαοτικά συστήματα (βλ. Θεωρία του Χάους), και επομένως υπεισέρχονται πάρα πολλοί παράγοντες στο αποτέλεσμα μιας διαδικασίας. Έτσι, όταν παρατηρούμε ένα βιολογικό φαινόμενο, θα πρέπει να αποφανθούμε για το αν το αποτέλεσμα οφείλεται κατά κύριο λόγο στην επίδραση ενός συγκεκριμένου παράγοντα (ή ορισμένων παραγόντων) ή στην τύχη (σε αστάθμητους ή μη ελεγχόμενους και μετρήσιμους παράγοντες). Έτσι, π.χ. είναι γνωστό πως πολλοί καπνιστές πάσχουν από νοσήματα του κυκλοφορικού και του αναπνευστικού συστήματος, που μειώνουν τη βιωσιμότητα τους. Ωστόσο, όλοι ξέρουμε μανιώδεις καπνιστές που ζουν ως τα 80 και μη καπνιστές που πεθαίνουν από νοσήματα του κυκλοφορικού ή του αναπνευστικού συστήματος στα 50. Μπορούμε να πούμε με ασφάλεια ότι το κάπνισμα βλάπτει την υγεία;

    Οι πιθανότητες

    Όλοι έχουμε από την καθημερινή εμπειρία μας μια ιδέα του τι είναι πιθανό, όπως π.χ. όταν παίζουμε χαρτιά και έχουν περάσει τρεις άσσοι μπορούμε να κάνουμε μια εκτίμηση για την πιθανότητα να έχει κάποιος από τους συμπαίκτες μας τον τέταρτο άσσο, ή όταν παίζουμε τάβλι, μπορούμε να εκτιμήσουμε κατά προσέγγιση ποια είναι η πιθανότητα να φέρουμε εξάρες. Ωστόσο, στις βιολογικές επιστήμες πρέπει να είμαστε πιο ακριβείς στις εκτιμήσεις μας. Έτσι, π.χ. μπορεί ένας ιδιοκτήτης να ρωτήσει για την πιθανότητα να επιζήσει ο σκύλος του κατά τη διάρκεια μιας δύσκολης χειρουργικής επέμβασης. Ο κτηνίατρος βέβαια δεν μπορεί να του πει σίγουρα ότι θα επιζήσει ή δεν θα επιζήσει. Μπορεί όμως να του πει ότι η θνησιμότητα σε τέτοιες επεμβάσεις είναι 2%. Αυτό το ποσοστό είναι μία πιθανότητα. Πώς όμως την καταλαβαίνει ο κτηνίατρος (και ο ιδιοκτήτης); Η έννοια «θνησιμότητα 2%» μπορεί να ερμηνευτεί ως εξής: κατά πάσα πιθανότητα ο σκύλος θα επιζήσει, αλλά αν πεθάνει δεν θα είναι τόσο απρόσμενο. Έτσι, ως πιθανότητα μπορεί να θεωρηθεί ο βαθμός σιγουριάς που έχουμε για το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας. Πιθανότητα λοιπόν είναι ένα ποσοστό το οποίο βγαίνει από την παρατήρηση της έκβασης μιας σειράς γεγονότων. Με βάση αυτό το ποσοστό μπορούμε να κάνουμε μια εκτίμηση για την έκβαση αυτού του γεγονότος στο μέλλον.

    Παγίδες

    Η παγίδα του τζογαδόρου είναι η ιδέα (ή η πίστη) πως σε μια διαδικασία, η αυξημένη συχνότητα εμφάνισης ενός γεγονότος αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης ενός άλλου (ή του αντίθετου) γεγονότος. Έτσι, π.χ. αν στρίβοντας ένα νόμισμα έχουν έρθει τέσσερα «γράμματα» στη σειρά, πολλοί πιστεύουν πως η πιθανότητα να εμφανιστεί «κεφάλι» την πέμπτη φορά είναι μεγαλύτερη από 50%, έτσι ώστε να αντισταθμιστεί κατά κάποιον τρόπο ο μεγάλος αριθμός των «γραμμάτων». Στην πραγματικότητα, τα τέσσερα «γράμματα» στη σειρά δεν μπορούν με κανένα τρόπο να επηρεάσουν το αποτέλεσμα της πέμπτης φοράς, καθώς τα στριψίματα του νομίσματος είναι τελείως ανεξάρτητα μεταξύ τους. Έτσι, η πιθανότητα να εμφανιστεί «κεφάλι» την πέμπτη φορά είναι 50%, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα που πήραμε τις τέσσερις προηγούμενες φορές.

    Η παγίδα του 50-50 είναι η ιδέα πως όταν μόνο δύο γεγονότα είναι δυνατόν να εμφανιστούν, τότε η πιθανότητες εμφάνισής τους είναι ίσες. Έτσι, π.χ. «όταν φεύγοντας από τη δουλειά πάω να πάρω το αυτοκίνητό μου ή θα το βρω χτυπημένο ή όχι, επομένως η πιθανότητα να μου το έχουν χτυπήσει είναι 50%» ή «το ζώο που νοσηλεύω θα αναρρώσει ή θα πεθάνει, επομένως, η πιθανότητα να επιζήσει είναι 50%». Ωστόσο, στην πραγματικότητα, το ότι υπάρχουν μόνο δύο δυνατά γεγονότα δεν μας λέει τίποτα για τις πιθανότητές τους.

    Φιλοσοφικά

    Πολλά φιλοσοφικά ρεύματα προσπάθησαν να καθορίσουν τα όρια της επιστήμης και να διατυπώσουν κριτήρια επιστημονικότητας. Ένας από τους κορυφαίους τέτοιους φιλοσόφους ήταν ο Karl Popper. Ο Popper διατύπωσε τον εξής ορισμό: όταν μια θεωρία δεν είναι διαψεύσιμη (falsifiable) δεν είναι επιστημονική. Ας δούμε καλύτερα τι εννοεί ο Popper. Η πρόταση «όλοι οι κύκνοι είναι λευκοί» δεν αφήνει κανένα περιθώριο ύπαρξης μαύρων κύκνων. Από την εμπειρία μας γνωρίζουμε ότι υπάρχουν βέβαια και μαύροι κύκνοι. Η θεωρία έτσι των λευκών κύκνων καταρρέει υπό το βάρος της ίδιας της απολυτότητά της. Ένα άλλο παράδειγμα: «στον πλανήτη μας υπάρχουν Αρειανοί, οι οποίοι όμως δεν εμφανίζονται λόγω μιας συνομωσίας μεταξύ των ισχυρών της Γης». Η πρόταση αυτή δεν μπορεί να διαψευστεί, γιατί αν κάποιος ισχυριστεί ότι δεν έχει δει ποτέ μικρά πράσινα ανθρωπάκια, ο υποστηρικτής της θεωρίας θα του πει «είδες τι καλά που λειτουργεί η συνομωσία;». Είναι σαν το ανέκδοτο με τον ελέφαντα: «-Έχεις δει ποτέ ελέφαντα να κρύβεται πίσω από τριαντάφυλλο; -Όχι. -Είδες τι καλά που κρύβεται;». Ένας παρόμοιος ισχυρισμός λοιπόν δεν μπορεί να είναι επιστημονικός. Και τέτοιους ισχυρισμούς βλέπουμε πολύ συχνά στη λεγόμενη εναλλακτική ιατρική. Μία παρατήρηση: μη διαψεύσιμη θεωρία δεν σημαίνει ψευδής θεωρία, απλά μη επιστημονική.

    Σύγχρονα εργαλεία

    Στη σύγχρονη ιατρική για να μελετήσουμε ένα φαινόμενο έχουμε ένα ισχυρό εργαλείο, τον χρυσό κανόνα (golden standard), που ονομάζεται διπλά τυφλή τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη κλινική μελέτη (double blind randomized controlled study/trial). Σε αυτό τον τύπο μελετών βασίζεται η ιατρική, γιατί έχει αποδειχτεί ότι δίνει τα πιο αξιόπιστα αποτελέσματα. Ας δούμε πώς δουλεύει.

    Ας υποθέσουμε ότι κάποιος ανακοινώνει ότι έχει βρει ένα φάρμακο για τον καρκίνο του πνεύμονα. Λέει λοιπόν, ότι έδωσε το τάδε φάρμακο και παρέτεινε τη ζωή σε ήδη δέκα ασθενείς σε προχωρημένο στάδιο της ασθένειάς τους, κατά δύο ολόκληρα χρόνια. Ένας πρώτος απλός προβληματισμός θα ήταν: σε πόσους ασθενείς χορηγήθηκε το φάρμακο; Γιατί, προφανώς είναι άλλο πράγμα να δόθηκε σε 10 ασθενείς (επιτυχία 100%) και άλλο σε 10.000 (επιτυχία 0,1%). Αμέσως καταλαβαίνουμε ότι ο συγκεκριμένος ισχυρισμός αποκρύπτει πάρα πολλά στοιχεία. Αν το δείγμα στο οποίο δοκιμάστηκε το φάρμακο είναι μεγάλο, τότε το φάρμακο είναι απλά αναποτελεσματικό. Ας δεχτούμε όμως ότι το φάρμακο δοκιμάστηκε σε ένα μικρό δείγμα με υψηλό ποσοστό επιτυχίας, π.χ. 87%. Θα πρέπει να ξέρουμε και πολλά άλλα στοιχεία για τους ασθενείς. Έπαιρναν και άλλα αντινεοπλασματικά; Έπαιρναν άλλη υποστηρικτική αγωγή; Είχαν όλοι τον ίδιο τύπο καρκίνου; Είχαν την ίδια ηλικία; Είχαν άλλα συνυπάρχοντα προβλήματα υγείας; Είχαν την ίδια νοσηλευτική φροντίδα; Ο γιατρός που τους χορηγούσε το φάρμακο τους μιλούσε ταυτόχρονα; Ήξερε ο γιατρός ή ο ασθενής τι φάρμακο έπαιρνε; Η οικογένειά του τον υποστήριζε; Ήταν «καλός» ασθενής (έπαιρνε σωστά τα φάρμακά του); Μήπως στη μελέτη ήταν περισσότεροι άντρες ή γυναίκες; Ήταν χειμώνας ή καλοκαίρι όταν χορηγήθηκε το φάρμακο; Ήταν καπνιστές ή όχι; Όπως καταλαβαίνετε ο καθένας μπορεί να βρει ένα κατεβατό ερωτήματα για παράγοντες που δυνητικά θα μπορούσαν να επηρεάσουν την έκβαση της μελέτης, καθώς τα βιολογικά φαινόμενα είναι χαοτικά. Τι κάνουμε επομένως; Πώς θα βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα; Ο μόνος τρόπος είναι να σχεδιάσουμε μια τυφλή τυχαιοποιημένη μελέτη. Προσπαθούμε να ελέγξουμε όσο το δυνατό περισσότερο τους αστάθμητους παράγοντες, κρατάμε κατά το δυνατό σταθερές της συνθήκες της μελέτης, χρησιμοποιούμε εικονικά φάρμακα (placebo) και με τη βοήθεια της στατιστικής είμαστε σε θέση να βγάλουμε ένα αρκετά ασφαλές συμπέρασμα. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα, θα μπορούσαμε π.χ. να δούμε ότι ένα κλασικό αντινεοπλασματικό παρατείνει τη ζωή των ασθενών κατά 2 χρόνια σε ποσοστό 37% των ασθενών, το υπό μελέτη φάρμακο την παρέτεινε κατά 1,6 χρόνια σε ποσοστό 7%, ενώ το εικονικό φάρμακο παρέτεινε τη ζωή για 1,2 χρόνια στο 5% των ασθενών. Είναι οφθαλμοφανές ότι το εν λόγω φάρμακο δεν προσφέρει πολλά στην επιβίωση των καρκινοπαθών, έστω κι αν σε 10 άτομα έκανε καλό. Κανένας γιατρός δεν μπορεί να το προτείνει και καμία φαρμακοβιομηχανία δεν θα το παρασκευάσει.

    Μη διαψεύσιμες «επιστήμες»

    Τελευταία, όλο και συχνότερα βλέπουμε απόψεις για την αποτελεσματικότητα των εναλλακτικών θεραπευτικών και πολύς κόσμος συρρέει σε ομοιοπαθητικούς γιατρούς. Το φαινόμενο έχει πάρει διαστάσεις και πολλές κυβερνήσεις, υπό το βάρος καταναλωτικών οργανώσεων, έχει συμπεριλάβει ομοιοπαθητικές θεραπείες σε εθνικά προγράμματα υγείας.

    Πατέρας της ομοιοπαθητικής θεωρείται ο Γερμανός γιατρός Samuel Hanneman. Αυτός πρώτος (πριν από περίπου 200 χρόνια) όρισε τις αρχές της ομοιοπαθητικής. Πίστευε ότι «τα όμοια θεραπεύονται με όμοια». Έτσι, εφάρμοσε πρώτος την αρχή της δυναμοποίησης, η οποία συνίσταται στη σταδιακή αραίωση ενός φαρμάκου (συνήθως δηλητήριο) σε τέτοιο βαθμό, ώστε στην τελική αραίωση να μην υπάρχει καθόλου η αρχική ουσία (ούτε ένα μόριο αυτής), παρά μόνο ο διαλύτης. Διακρίνετε κάτι ανάλογο με το ανέκδοτο του ελέφαντα; Λένε οι ομοιοπαθητικοί: «έχω αραιώσει τόσο πολύ το φάρμακο που τελικά δεν υπάρχει». Η θέση αυτή είναι μη διαψεύσιμη, επομένως μη επιστημονική. Κανένας δεν μπορεί να βρει φάρμακο μέσα στα ομοιοπαθητικά, αφού δεν υπάρχει. Και πώς δρουν τότε; Το νερό «θυμάται» το φάρμακο. Άλλη μία μη διαψεύσιμη θέση. Κανείς δεν μπορεί να διαψεύσει ότι το νερό «θυμάται».

    Σήμερα, δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι μεταφέρεται πληροφορία ή κάποιες χημικές ιδιότητες μιας ουσίας στο νερό μέσω της δυναμοποίησης. Ως τώρα, δεν υπάρχει επιστημονική εξήγηση για αυτόν τον ισχυρισμό. Βέβαια, η ανυπαρξία απόδειξης δεν είναι απόδειξη ανυπαρξίας. Π.χ. Το ότι δεν έχουμε δει εξωγήινους, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν. Αυτό που λέμε, όμως, είναι ότι απλά δεν υπάρχει επιστημονική απόδειξη για τους ισχυρισμούς της ομοιοπαθητικής. Μπορεί τελικά να είναι σωστοί, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχουν αποδειχτεί. Το μόνο σίγουρο για την ομοιοπαθητική είναι ότι η αποτελεσματικότητά της δεν ξεπερνάει αυτή του εικονικού φαρμάκου (placebo).

    Μία άλλη θεραπευτική που έχει δεχτεί σκληρή κριτική είναι η ψυχανάλυση. Η ψυχανάλυση είναι μία τεχνική της ψυχοθεραπευτικής, που επινόησε και εφάρμοσε πρώτος ο Sigmund Freud. Η σύγχρονη ψυχοθεραπευτική τηρεί κάποιες αποστάσεις από την ψυχανάλυση, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη θεωρητική της βάση. Αντίθετα, άλλες τεχνικές ψυχοθεραπείας (behavior therapy, cognitive therapy, κ.λπ.) έχουν επιστημονική βάση και πολύ καλύτερα θεραπευτικά αποτελέσματα. Ο Popper χαρακτηρίζει την ψυχανάλυση μη διαψεύσιμη, άρα μη επιστημονική, ενώ ο Grünbaum τη χαρακτηρίζει ψευδή.

    Η μεγαλύτερη κριτική για την επιστημονικότητα της ψυχανάλυσης βασίζεται στο ότι χρησιμοποιεί clinical case studies για να ελέγξει τα αποτελέσματά της, και όχι controlled studies. Δηλαδή, τα αποτελέσματα της ψυχανάλυσης βασίζονται σε συγκεκριμένα περιστατικά ανθρώπων με κάποια νεύρωση (κυρίως), στους οποίους εφαρμόστηκε η ψυχανάλυση και είχαν κάποια αποτελέσματα. Δεν έχει ελεγχθεί όμως η αποτελεσματικότητά της σε ελεγχόμενες καταστάσεις ή σε σύγκριση με άλλες ψυχοθεραπευτικές μεθόδους. Επίσης, ένα άλλο σημείο που κάνει κακή εντύπωση είναι ότι υπάρχουν πολλές διαφωνίες μεταξύ των διαφόρων σχολών ψυχανάλυσης, σχετικά με τις μεθόδους τους.

    Προσοχή λοιπόν…

    Στη σημερινή εποχή με την τόσο ογκώδη και ταχεία πληροφόρηση, η μετάδοση των ιδεών, των αντιλήψεων, των νοημάτων γίνεται εύκολη, αλλά και επικίνδυνη. Χρειάζεται ανοιχτό μυαλό, και αυστηρή κριτική. Κάθε επανάσταση φέρνει και κάποια κακά μαζί της. Έτσι είχε κάνει πριν από αιώνες και η επανάσταση της τυπογραφίας. Μέλημά μας πρέπει να είναι η διαφύλαξη της Αλήθειας.

    3 Απαντήσεις στο “Περί επιστημοσύνης”

    1. Μια ωραία αναδρομή στα της επιστημοσύνης και μια κριτική προσέγγιση, ως οφείλατε, στο θέμα.
      Προσωπικά θα διαφωνήσω σε ένα σημείο : “Ο έρωτας, για παράδειγμα, δεν μπορεί να περιγραφεί από οποιαδήποτε επιστήμη. Ποιος όμως μπορεί να τον καταδικάσει ως ψεύτικο;”
      Ο έρωτας σαν ψυχικό και νευροβιολογικό φαινόμενο, με την έννοια της σεξουαλικής έλξης, έχει τύχει επιστημονικής προσέγγισης και μάλιστα διεπιστημονικής, μιας και πρόκειται για πολυσήμαντο φαινόμενο. Και πιθανόττα στο μέλλον να διευκρινιστεί επιστημονικά ενδελεχώς. Το ζήτημα είναι ποιός έιναι ικανός να το προσεγγίσει έτσι στυγνά, ουδέτερα και άκρως ορθολογικά…

    2. Αυτό που εννοώ είναι ότι κανένας δεν μπορεί να εξηγήσει επιστημονικά γιατί ένας άνθρωπος ερωτεύεται έναν συγκεκριμένο άνθρωπο.

      «Μα καλά, τι της βρήκες; Αυτή θα σου τα φάει όλα και θα σε παρατήσει. Δεν είναι για οικογένεια αυτή».

      «Αυτός παιδί μου θα σε καταστρέψει. Πρώτα-πρώτα είναι μεγαλύτερος από σένα. Τι νομίζεις; Για τα λεφτά σου σε θέλει;»

      Και άλλα τέτοια ωραία…

      Υπάρχει επιστημονική εξήγηση για όλα αυτά;

    3. Πολύ σωστά. Επιστημονική εξήγηση οχι. Γι’αυτό άλλωστε έκανα λόγο για “προσέγγιση”.
      Αν θέλετε τη γνώμη μου πάντως, νομίζω πως θα έρθει κάποτε εκείνη η μέρα που θα μπορούμε να τα εξηγήσουμε επιστημονικά…όσο κυνικό κι αν ακούγεται. Φανταστείτε να κυκλοφορούσε φάρμακο κατά του “ανεπιθύμητου” έρωτα! Τώρα, σαν ματζούνι ή μαγικό φίλτρο μπορείς να συναντήσεις κάτι τέτοιο. Στο μέλλον όμως, ίσως περιμένουν ουρές έξω απ’ τον ψυχίατρο για μια συνταγογράφηση!
      Το σκηνικό που περιγράφω παραπάνω, περιέχει βέβαια γερή δόση φαντασίας και υπερβολής (για την ώρα). Το κάνω όμως για να θίξω το εξής θέμα: την αντιπαράθεση ντετερμινισμού-ελεύθερης βούλησης. Μιαν αντιπαράθεση που διαρκεί αιώνες μέσα στις κάστες φιλοσόφων και θετικών επιστημόνων. Ένα θέμα που παρεμπιπτόντως νομίζω αξίζει να συζητηθεί στο forum!

    Αφήστε σχόλιο