Με τα χρόνια νιώθω ότι βαδίζω σε ένα ναρκοπέδιο. Κάθε λίγο, ένα δικό μου πρόσωπο πατάει πάνω σε μια νάρκη και χάνεται. Οι νάρκες πληθαίνουν. Τα πρόσωπα που χάνω κι αυτά πληθαίνουν. Περιμένω και τη δική μου νάρκη. Εύχομαι μόνο να την πατήσω γερά, στο κέντρο, να κάνει τη δουλειά της μια και καλή, χωρίς να την ταλαιπωρήσω.

Με τη Φανή βαδίσαμε μαζί στο ναρκοπέδιο για δεκαπέντε χρόνια. Βαδίσαμε καλά, άφοβα (τουλάχιστον έτσι νομίζω!). Περάσαμε μαζί πολλές όμορφες στιγμές. Η ανάμνησή της έχει χαραχτεί βαθιά στα κυκλώματα του εγκεφάλου μου. Αν τελικά είμαστε οι μνήμες μας, τότε η Φανή έχει διαμορφώσει σημαντικά αυτό που είμαι σήμερα. Και το απόσταγμα της ανάμνησής της είναι γλυκό.

Σήμερα η Φανή πάτησε τη δική της νάρκη. Υπέφερε τελευταία. Προσπάθησα να της απαλύνω τον πόνο. Έφυγε ήσυχα. Οι υπόλοιποι βαδίζουμε στο ναρκοπέδιο σιωπηλά. Κάποιοι ρωτάνε: Γιατί; Γιατί να υπάρχουν νάρκες; Πώς έγινε αυτό; Και συνεχίζουμε να βαδίζουμε στο ναρκοπέδιο.

Μια απάντηση στο “Λήξις”

  1. Το χειρότερο είναι όταν κάποιος πατά τη νάρκη απροειδοποίητα. Όταν σε παίρνουν ένα τηλέφωνο και σου λένε ότι την πάτησε. Και όταν έχεις δει τον άνθρωπο αυτό μόλις πριν λίγο να είναι καλά. Προτιμώ να ξέρω όταν κάποιος είναι έτοιμος να πατήσει τη νάρκη. Να έχω λίγο χρόνο να οργανώσω όλα αυτά που πρέπει να κάνω και να πω, πριν φύγει.

    “Εύχομαι μόνο να την πατήσω γερά, στο κέντρο, να κάνει τη δουλειά της μια και καλή, χωρίς να την ταλαιπωρήσω.”
    Πιστεύω ότι είναι ό,τι καλύτερο. Η ταλαιπωρία, ο πόνος και η σταδιακή απαξίωση του ανθρώπινου οργανισμού και της υπομονής του ανθρώπου είναι ένα δράμα. Αν μπορούσα να κάνω μια ευχή, θα ήταν να εξαλειφθεί η αίσθηση του πόνου (έστω του σωματικού), που όχι μόνο ταλαιπωρεί αλλά και που έχει χρησιμοποιηθεί και ως μέσο εγκληματικών πράξεων σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας.

Αφήστε σχόλιο